5 + 1 ερωτήσεις του Τέχνης τόπος για την Ηρώ Χρυσάνθη Αλεξανδράκη
1. Τι θέλετε να εκφράσετε μέσ’ από τις γραφές σας;
Η Ποίηση και η πεζογραφία είναι για μένα η δυνατότητα έκφρασης ανέκφραστων συναισθημάτων κι ενός τρόπου ζωής, ένα δώρο Θεού για εκτόνωση κι εξορκισμό δύσκολων καταστάσεων, που αλλιώς θα εύρισκαν μόνιμη εγκατάσταση μέσα στην ψυχή του δημιουργού και θα τον βασάνιζαν εφ’ όρου ζωής κι αυτό το είδος έκφρασης εξαρτάται από την παιδεία του, από τον τρόπο που μεγάλωσε, από τα διδάγματα των γονιών του, από τις επιδράσεις που άσκησε πάνω του το περιβάλλον του, απ’ τις υπαρξιακές του αναζητήσεις.
Ήμουν από τους τυχερούς της ζωής, έζησα ευχάριστα παιδικά και νεανικά χρόνια κοντά σε αξιόλογους ανθρώπους, το βιβλίο των αναμνήσεών μου είναι γεμάτο, ως επί το πλείστον, από ευχάριστα γεγονότα, όμως ποτέ δεν έλειψαν και οι σκούρες σελίδες που προσπάθησα με αγώνα και αγωνία να τις ξορκίσω, να τις φωτολούσω μεσ’ απ’ την ποίηση, που θεωρώ σαν ουρανόσταλτο δώρο. Η απάντηση στα «αναπάντητα» ερωτήματα υπάρχει πάντα μέσα μας, κι επειδή τα αίτια που αποτελούν το έναυσμα για την γραφή ενός ποιήματος είναι, ως επί το πλείστον, κοινά για όλους μας και οι βίοι μας, κατά Πλούταρχον, παράλληλοι, ο λογοτέχνης σίγουρα μπορεί, χάρη στις δικές του εμπειρίες και κυρίως χάρη στις αξίες με τις οποίες είναι προικισμένος, να βοηθήσει τον αναγνώστη, να τον επηρεάσει δίνοντάς του θάρρος, στηρίζοντάς τον, ανοίγοντάς του νέους ορίζοντες ή χαράζοντας καινούργιους δρόμους για ένα ταξίδι στον εσωτερικό του κόσμο, όπου μπορεί ν’ ανακαλύψει πτυχές άγνωστες και δυνάμεις λανθάνουσες ή και ξεχασμένες ακόμα και από τον ίδιο.
2. Πώς νιώθει ένας λογοτέχνης όταν βλέπει με το πέρασμα των χρόνων ν΄ αλλοιώνεται η γλώσσα να απλοποιείται και παρακολουθώντας τους νέους να μιλούν στην αργκό;
Κατά τη διάρκεια της θητείας μου στην Ε.Κ.Ν.Μ. της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών μελέτησα πολλά βιβλία υποψηφίων (ποίηση, πεζογραφία, κριτικά δοκίμια) και, ευτυχώς, δεν είδα καμιά φοβερή αλλοίωση της γλώσσας, ιδίως στους αξιόλογους νέους λογοτέχνες που τελικά έγιναν και μέλη της ΕΕΛ.
Η γλώσσα είναι κάτι ζωντανό και είναι φυσικό να υφίσταται αλλαγές με το πέρασμα του χρόνου. Άλλο όμως η φυσική αλλοίωση και άλλο ο τραυματισμός και η κακοποίηση της γλώσσας, αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια. Οι νέοι, δυστυχώς, δεν συνειδητοποιούν πως έχασαν έναν ατίμητο θησαυρό, την πλούσια ελληνική γλώσσα, αρχαία και καθαρεύουσα, που υπήρξε η βάση για πολλές ευρωπαϊκές, αλλά και τις ρίζες των λέξεων, την ετυμολογία τους και περιόρισαν το λεξιλόγιό τους σε μερικές δεκάδες λέξεων επαναλαμβανόμενες συνεχώς, απρεπείς και αήθεις τις περισσότερες φορές, που εμάς τους παλαιότερους μας πονούν ιδιαίτερα.
Όμως, παρά τις φυσικές αλλοιώσεις που της επιδαψιλεύει ο χρόνος και τους σκληρούς απλοποιητικούς σύγχρονους τραυματισμούς της, η γλώσσα παραμένει, και θα παραμείνει, ζωντανή χάρη στους λογοτέχνες. Αυτοί είναι οι «γλωσσαμύντορες», όπως τους ονόμαζε ο διαπρεπής φιλόλογος καθηγητής μας κ. Νικήτας Παρίσης.
3. Υπήρξατε για χρόνια μέλος της Επιτροπής Κρίσης Νέων Μελών. Πιστεύετε πώς πέραν της γραφής θα πρέπει να προσμετράται και το ήθος του λογοτέχνη; Ένας κακός και αήθης λογοτέχνης θα μπορούσε να υπηρετήσει με ταπεινότητα την λογοτεχνία;
Σε κάθε τομέα, νομίζω, είναι απαραίτητο να εκτιμάται και η ανθρώπινη συμπεριφορά, ο χαρακτήρας του υποψηφίου. Ευγένεια, σεβασμός σε όλους, μικρότερους και μεγαλύτερους, ειλικρίνεια, σεμνότητα και ταπεινοσύνη, είναι αρετές απαραίτητες για κάθε άνθρωπο, πολύ περισσότερο για τον λογοτέχνη. Και ακόμη θέληση για μάθηση. Ποτέ δεν τα ξέρουμε όλα. Η πολύμορφη ποίηση, ακόμη και η πεζογραφία έχουν κανόνες και η μελέτη τους καθώς και η πολύμοχθη εργασία των παλαιοτέρων πάνω σ’ αυτούς είναι πολύτιμη για τους νεότερους. Ένας άνθρωπος που δεν σέβεται τίποτα, που θεωρεί τον εαυτό του σπουδαίο και παντογνώστη, ανώτερο όλων, πώς θα προσφέρει με τη γραφή του, που είναι ένα κομμάτι από τον εαυτό του; Ένα κομμάτι από την καρδιά του και τις αξίες τις φυλαγμένες μέσα της; Τι μηνύματα θα δώσει;
4. Υπηρετήσατε τον Όμιλο «Ξάστερον» και το περιοδικό «Κελαινώ» για χρόνια. Κοιτώντας πίσω στον χρόνο, πιστεύετε πως η κοινωνία ή οι νέοι λογοτέχνες έχουν αντιληφθεί όλα όσα ανιδιοτελώς προσφέρατε στην λογοτεχνία; Υπάρχει τελικά αναγνώριση και δικαίωση για όσους επιλέγουν να υπηρετήσουν τη γραφή;
Όπως είπα και προηγουμένως η γραφή είναι για μένα η έκφραση ανέκφραστων συναισθημάτων, μια εκτόνωση, ένα δώρο Θεού για εξορκισμό δύσκολων καταστάσεων. Δεν μπορώ να ξέρω αν η δική μου γραφή είχε ευνοϊκό αντίκτυπο στους νεότερους, δεν έχω τέτοιες φιλοδοξίες, πάντα μου άρεσε η απλή αλλά και σημαντική μετάδοση γνώσεων, όχι ο κουραστικός κι άχρηστος διδακτισμός ή η επιβολή με κάθε μέσον, ήθελα αυτά που ξέρω να τα μεταλαμπαδεύω, γι’ αυτό και κυρίως μέσα στα βιβλία μου (Ολυμπία 388, Στ΄ αχνάρια απ’ τα σανδάλια του Ιησού, Χρύσανθος και Δαρεία), αλλά και στην ποίηση και στ’ ανέκδοτα διηγήματά μου, έχω πολλές πληροφορίες ιστορικού, θρησκευτικού, μουσικού και κοινωνικοπολιτικού περιεχομένου, χρήσιμες για τον αναγνώστη. Τα θέματα με τα οποία καταπιάστηκα ήσαν βγαλμένα μέσ’ από την καρδιά μου, εμπειρίες χρόνων. Χρησιμοποίησα μια γλώσσα εύκοσμη, γλώσσα που μιλούσαν στο πατρικό μου, διδάχθηκα στο σχολείο και βρήκα γραμμένη στα βιβλία που διάβασα. Αγάπησα πολύ την τέχνη του λόγου και νομίζω μ’ αγάπησε κι αυτή. Δεν ξέρω αν κατάφερα να αντιληφθούν κάποιοι την προσφορά μου ή να επηρεασθούν απ’ τη γραφή μου.
Όσο για την αναγνώριση και την δικαίωση εξαρτάται από το είδος της δικαίωσης που ο καθένας επιζητεί. Το ότι γνώρισα σημαντικούς και αξιόλογους λογοτέχνες μέσω του «Ξάστερον», ιδιαίτερα της εξαίρετης λογοτέχνιδας και φίλης Παναγιώτας Ζαλώνη και της Ε.Ε.Λ., αλλά και παλιούς και νέους κριτικούς λογοτεχνίας και άκουσα για το έργο μου σημαντικά λόγια, είναι για μένα η δικαίωση που ονειρευόμουν.
Εκδίδοντας ένα βιβλίο ή δημοσιεύοντας ένα κείμενο, εκτιθέμεθα στην ευνοϊκή, αλλά και στην δυσάρεστη ή κακόβουλη κριτική και η αλήθεια είναι ότι προτιμάμε ν’ ακούσουμε καλά λόγια για το έργο μας, αν και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για όλα, εφ’ όσον από κάθε είδους κριτική, βλέπουμε τα λάθη μας κι εξελισσόμαστε. Θυμάμαι τον αξιόλογο λογοτέχνη κ. Κυριάκο Βαλαβάνη, ο οποίος σαν διάβασε την πρώτη ποιητική μου συλλογή, επεσήμανε κάποια μικρολάθη, για τα οποία κανείς άλλος δεν μου είχε μιλήσει, καθώς και τον πολυγραφότατο λογοτέχνη κ. Ντίνο Σταμάτη (δεν είναι πια κοντά μας), που με συμβούλεψε να μικρύνω ένα ποίημα τρισέλιδο που είχα γράψει στα πρώτα ποιητικά μου χρόνια και που αγαπούσα ιδιαίτερα, επαναλαμβάνοντάς μου τα λόγια του Άντον Τσέχωφ: «Καλός λογοτέχνης δεν είν’ αυτός που ξέρει να γράφει, αλλ’ αυτός που ξέρει να σβήνει το περίσσιο». Τους άκουσα προσεκτικά, με απόλυτη εμπιστοσύνη στην κρίση τους, συγκινήθηκα και είπα πως τέτοιες συμβουλές μόνο ο πατέρας μου, που δεν υπήρχε πια, θα μπορούσε να μου δώσει. Χρειάζεται, όμως, ταπεινοσύνη, αντοχή στο ξεπέρασμα του εγωισμού, για να δεχτεί ένας πρωτόπειρος κι ερωτευμένος με τα γραπτά του ποιητής τις καλόβουλες συστάσεις και διορθώσεις ενός άλλου λογοτέχνη, αναγνωρισμένης ιδίως αξίας.
5. Ποιός ποιητής ή πεζογράφος σας έχει εμπνεύσει ή εκφράσει καλύτερα στη λογοτεχνική σας διαδρομή στον χρόνο;
Δεν μπορώ να πω ότι κάποιος συγκεκριμένος ποιητής ή πεζογράφος με επηρέασε, όλους τους θαύμαζα κι απ’ όλους πήρα αυτό που έπρεπε να μάθω. Ο πατέρας μου, Τάσος Σίδερης, ήταν ποιητής, πεζογράφος και κριτικός, εξ απαλών ονύχων λοιπόν ασχολήθηκα με τη λογοτεχνία, αφού πάντα με δίδασκε δίνοντάς μου να διαβάσω δόκιμους ποιητές. Για να μάθω πώς γράφονται σωστά οι διάφορες μορφές ποίησης, μου έδινε να διαβάσω τα σονέτα του Λορέντζου Μαβίλη, τις μπαλάντες του Κώστα Κρυωτάκη, τη θεϊκή, όπως έλεγε ποίηση του Κωστή Παλαμά, που είχε το έργο του σε 18 ολόκληρους τόμους, αλλά και τον Δροσίνη, τον Μαρκορά, τις ντοπιολαλιές της στρούγκας του Κώστα Κρυστάλλη, τα παιδικά του Στέλιου Σπεράντζα, και αργότερα τον Βάρναλη, τον Ρίτσο, τον Τάσο Λειβαδίτη.
Η εκπαιδευτικός μητέρα μου πάλι με συμβούλευε ν’ ακούω την ραδιοφωνική βιβλιοθήκη κάθε βράδυ στις 11.00, αλλά και σαν άριστη γνώστρια της γαλλικής, μου γνώρισε Γάλλους ποιητές και πεζογράφους. Έτσι ήρθα σε επαφή, από μικρή ηλικία, με τον Κων/νο Χρηστομάνο (Η κερένια κούκλα), τον Ηλία Βενέζη (Αιολική Γη και Το νούμερο 31328, ακούγοντάς το κρεμασμένη από τα χείλη του Θάνου Κωτσόπουλου), τον Στρατή Μυριβήλη (Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια), τον Ιωάννη Κονδυλάκη (Όταν ήμουν δάσκαλος) και άλλους Έλληνες πεζογράφους, που έργα τους διάβαζαν σε συνέχειες αξιόλογοι ηθοποιοί, αποστήθισα μύθους του Λα Φονταίν και του Ντε Φλοριάν και διάβασα ποιήματα των Ουγκώ, Ρονσάρ, Βιγιόν, Ντυ Μπελαί, Γκωτιέ, Μπωντλαίρ, Βερλαίν, Πρεβέρ και της Ροζμόντ Ζεράρ και μελέτησα έργα του Αλφόνς Ντωντέ και του Εκτόρ Μαλό.
Έμαθα ν΄ αγαπώ τη λογοτεχνία, να περνώ ώρες ολόκληρες διαβάζοντας και να παίρνω από τον καθένα, Έλληνα ή ξένο δημιουργό, ότι μ’ εντυπωσίαζε. Ποίηση και πεζογραφία συμπορεύονταν και μ’ έκαναν να θαυμάζω αυτήν την τέχνη του συνταιριάσματος των λέξεων και της δημιουργίας αριστουργημάτων, ιδίως η ρίμα ήταν κάτι που, πίστευα, έρχεται από έναν άλλο κόσμο και δεν μπορούσα να κατανοήσω, ώσπου έφτιαξα το πρώτο μου ποίημα. Δεν ξεχνώ ποτέ τη χαρά μου όταν σε ηλικία 3 ετών κατάφερα να διαβάσω κείμενα μόνη μου, χαρά όμοια με αυτή της γέννας των παιδιών μου και την ελευθερία, όμοια με αυτή ενός αποφυλακισμένου έγκλειστου κατάδικου, σαν, στα 15 χρόνια μου, γεννήθηκε το πρώτο μου ποίημα. Δύσκολος ο τοκετός, αλλ’ η αρχή είχε γίνει.
5+1 Ποιο είναι το τελευταίο σας βιβλίο; Πού το βρίσκουμε;
Το τελευταίο μου βιβλίο, είναι ένα Ανθολόγιο χριστουγεννιάτικων ποιημάτων Ελλήνων ποιητών, με σύντομο βιογραφικό τους, για να τους γνωρίσει ο αναγνώστης καλύτερα, το οποίο εκδόθηκε τον Δεκέμβρη του 2022 από τον εκδοτικό Οίκο «Βεργίνα» της κυρίας Ευγενίας Ασημακοπούλου και παρουσιάσθηκε από αξιόλογους λογοτέχνες στην αίθουσα της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών στις 20.12.22.
Τώρα περιμένω να εκδοθεί το 18ο βιβλίο μου από τον Οίκο «Βεργίνα» και πάλι (Φειδίου 14, Αθήνα, τηλ.210.3833725), αφού με την Κα Ασημακοπούλου έχουμε πολύχρονη και άριστη συνεργασία. Πρόκειται για μετάφραση στα ελληνικά ποιημάτων Γάλλων ποιητών απ’ τον Μεσαίωνα μέχρι τις μέρες μας. Είναι μια αξιόλογη δουλειά, γιατί δεν έχω απλά μεταφράσει ποιήματα, αλλά τα έχω εκφράσει σε ομοιοκαταληκτικό στίχο και στη μορφή της ποίησης, την οποία είχε επιλέξει ο δημιουργός τους, κάτι αρκετά δύσκολο, αφού έπρεπε ν΄ αποδοθεί και το νόημα, όσο το δυνατόν πιστότερα, αλλά τελικά άξιζε τον κόπο, αφού και οι μη γνωρίζοντες γαλλικά αναγνώστες θα έλθουν σ’ επαφή και θα γνωρίσουν τους Γάλλους ποιητές, των οποίων μάλιστα παραθέτω και κάποιο σύντομο βιογραφικό. Το βιβλίο θα είναι έτοιμο τον Δεκέμβρη του 2023.
Ευχαριστώ θερμά την εξαίρετη ποιήτρια Κα Σταυρούλα Δεκούλου, για την δυνατότητα να εκφράσω σκέψεις μου μέσ’ από το TEXNISTOPOS BLOG, έναν ιστότοπο με στόχο την Λογοτεχνία, την Τέχνη και γενικά την δημιουργική έκφραση. Εύχομαι σ’ εκείνην και στους συμπορευτές της λογοτέχνες καλό φθινόπωρο με πλούσιες εμπνεύσεις και όμορφες δημουργίες!
Με αγάπη και εκτίμηση, Ηρώ-Χρυσάνθη Αλεξανδράκη.
Δύο ποιήματα από την ποιητική μου συλλογή «Πορείες και Σταθμοί»
Ορχήστρα μιάς ζωής
Βίαια μ’ άδραξαν απ’ τον εμβρυϊκό λήθαργο
νότες στριγγές ανθρωποφάγου πόλεμου.
Στο βρεφικό λίκνο με νανούρισε
βροντερό εμβατήριο κανονιών.
Την παιδική μου ανασφάλεια παρηγόρησαν
άριες υψίφωνων όρκων κι υποσχέσεων
πως το κακό δεν θα επαναληφθεί. Ποτέ πια!
Πόσο γρήγορα ξεχνούν οι άνθρωποι!
Η ανελέητη πολεμική ορχήστρα
da capo* ξανάπιασε τους γνώριμους σκοπούς:
Aτέλειωτες συμφωνίες οι μοιρασιές των Ισχυρών,
κονσέρτα τρόμου οι αγχόνες στην Κύπρο,
στακάτα και φορτίσιμα οι αγριότητες
σε Κορέα, Βιετνάμ, Μέση Ανατολή,
μουσικό φεστιβάλ οι βόμβες
σε Ιράκ, Τσετσενία, Σερβία, Παλαιστίνη,
τοκάτες και φούγκες της προσφυγιάς τα ποτάμι,
σπουδή εξάσκησης δακτύλων οι στόχοι των «έξυπνων» όπλων,
παύση και σιωπή τα φριχτά βασανιστήρια
στον ερημοδικασμένο τρίτο κόσμο
Και ξαφνικά, πνευστά κι έγχορδα πρωτόφαντα
ματώνουν τ’ αναιμικού φθινόπωρου το ξημέρωμα,
παίζοντας σε πρώτη εκτέλεση ένα Ρέκβιεμ φρίκης
με θρήνων καντέντσες εκκωφαντικές.
Κι ακολουθούν τα μενουέτα της εκδίκησης,
που υποκριτικά βαφτίζεται «κάθαρση»!
Καμπούλ, Βαγδάτη, Βασόρα, Βυρηττός.
Συρία; Ιράν; Ουκρανία;
Η αδύναμη κραυγή μου πώς να παράβγει
τα κρουστά της αλαζονικής ορχήστρας
με τ’ ατέλειωτο ρεπερτόριο,
θυμίζοντας πως, λαβωμένη κι αιματόσταχτη
απ’ των ανάλγητων κερδοσκόπων τα βέλη,
αλλά –τι θαύμα!- ολοζώντανη,
το ψυχορράγημα του κόσμου μας τρυφερά παραστέκει
η ξεχασμένη μονωδία τ’ αδικοσταυρωμένου Θεού:
«Αγαπάτε αλλήλους!»
* da capo: απ’ την αρχή (μουσικός όρος)
Παραμύθια
Θύμηση αξέχαστ’ η γιαγιά δίπλα στο τζάκι,
να πλέκει ατέλευτα, να ράβει, να κεντά,
αφρονταντέλες να μετρά στο βελονάκι
κι εξαίσια σχέδια να σταίνει στον καμβά.
Κι ως η φωτιά ’σκόρπα ολοτρίγυρα γλυκάδα
κι ετριζοβόλουν τα κουτσούρια στη γωνιά,
παραμυθιού αρχίναε μέθη κι ομορφάδα
κι αποξεχνιόταν του χειμώνα η παγωνιά.
Φωνή απόκοσμη διηγόταν παραμύθια,
προικοκεντίδια ως να εκέντα μαγικά,
κι ήταν για μένα όλα τούτα η μόνη αλήθεια:
νεράιδες, δράκοι, τζίνια, ιππότες, ξωτικά.
Γάργαρο ρυάκι γοργοκύλησαν οι χρόνοι,
αλήθειες φαίνοντας απίστευτης πλοκής
και με τ’ ακάματό τους πλέκοντας βελόνι
το δίχως τέλος παραμύθι της ζωής.
Η Ηρώ-Χρυσάνθη Αλεξανδράκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και εργάσθηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Από μικρή ασχολήθηκε με λογοτεχνία, ποίηση, ζωγραφική και κολάζ κι έχει φιλοτεχνήσει την εικονογράφηση ποιητικών συλλογών και παιδικών βιβλίων. Μετά τη συνταξιοδότησή της εξέδωσε πολλά βιβλία, ενώ έχει αρκετό ανέκδοτο υλικό. Συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας και της περιφέρειας κι έχει επανειλημμένα ανθολογηθεί, διακριθεί και βραβευθεί για ποίηση, διήγημα, άρθρα, δοκίμια και εικαστικά σε Πανελλήνιους και Παγκόσμιους Διαγωνισμούς από "Το Καφενείο των Ιδεών", το λογοτεχνικό περιοδικό "Κελαινώ", την Accademia Vesuviana, Νάπολη (2006), για το ποίημα "Carpe Diem" και (2007) για το ποίημα Ti ringrazio (Σ’ ευχαριστώ), την Accademia Nazionale d’ Arte e Cultura, S. Cipriano d’ Aversa (2007), για το ποίημα "Πορείες Ασύμβατες" (Cammini invompatibili) και τη Griechischer Kunst und Literatur Verein, στο Μόναχο, για το ποίημα "Ούτω λαμψάτω το φως υμών..." (2007), καθώς και για την ακροστιχίδα "Δήλος το νησί των ανέμων" (2008). Το Δεκέμβρη του 2006, το έργο της παρουσιάσθηκε στη Φιλολογική Αίθουσα "Παρνασσός", στο 10ο Λογοτεχνικό Συμπόσιο Ποίησης, ποιήματά της έχουν μελοποιηθεί αφιλοκερδώς απ’ το Διευθυντή του Λευκαδίου Ωδείου Νίκο Θάνο, ενώ παιδική ποίησή της διδάχθηκε σε ελληνικά σχολεία του Μονάχου απ’ την ποιήτρια, ζωγράφο κι εκδότρια του περιοδικού "Κελαινώ" Παναγιώτα Ζαλώνη. Ακόμα ποιήματά της έχουν μεταφρασθεί στα ιταλικά στη Νάπολη από τη φιλόλογο Κατερίνα Βουκάκη, καθώς και στα Αλβανικά, πλην των αναφερομένων στο εξώφυλλο και από τον αξιόλογο δημοσιογράφο ποιητή Dashamir Malo και δημοσιεύτηκαν στη Gazeta Nacional (Τίρανα) και από τους διακεκριμένους ποιητές Andrea Petromylo και δημοσιεύτηκαν στη Gazeta Αθήνας και Iliaz Bobaj, που τα περιέλαβε σε ανθολογία.Γνωρίζει αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, είναι μέλος της Accademia Vesuviana στη Νάπολη, του Φιλολογικού Συλλόγου "PEGASI" στο Αργυρόκαστρο, του Συλλόγου Ιστορικών Συγγραφέων, πολιτιστικών και φιλανθρωπικών σωματείων κι εθελόντρια του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου