(Με τη ματιά του Πάνου Κούρβα)
Ένα εκατόφυλλο
προσκλητήριο συνειδήσεων μοιάζει το βιβλίο του Διονύση Βελονάκη.
Με τη φωνή του και τις αρχιτεκτονικές του
πινελιές ο συγγραφέας σκιαγραφεί ανθρώπινα ψυχογραφήματα μέσα από τα έγκατα της
υπάρξεώς του.
Με έντονη εκφραστική διατύπωση και μέσα από το
πολυτονικό σύστημα της γραφής του ο λόγος του ένσοφος, θα έλεγα, μα και εξαγγελτικός
ιχνογραφεί με τεχνογραφική ιδιαιτερότητα τη δισυπόστατη φύση του ανθρώπου,
καθώς οι αισθήσεις του κονταροχτυπιούνται με τη λογική.
Με βαθιά πνευματική πνοή στο έργο του ανθορροούν
μέσα από τη γλωσσική του πληρότητα κρουστές εκφράσεις, καθώς με την εξομολογητική
του τάση προκαλεί παράλληλα, ίσως, τον ενσαρκωμένο του εαυτό να ανάψει σε μια
άλλη διάσταση τις νοηματικές δάδες του κόσμου και να τον οδηγήσει στην ασφαλή
έξοδο φωτίζοντας τον λαβύρινθο της νοημοσύνης του, εκεί όπου διαδραματίζεται με
ενάργεια η ζωισμένη διαδρομή του ανθρώπου, απαλλαγμένη από την κατευθυντήρια
τάση του πεπρωμένου.
Μέσα στην πειθαρχημένη δομή του λόγου του παραλληλίζεται
ταυτόχρονα η ψυχική του ενσάρκωση με τη μορφή περιστεριού, καθώς συνοδοιπορούν
μαζί ιχνηλατώντας τ’ αχνάρια του ανθρώπου και αποκαλύπτοντας το νόημα από το αίνιγμα
της ζωής.
Ο συγγραφέας διακονεί, θα έλεγα, στον χώρο της
πεζογραφίας χρησιμοποιώντας ποιητικά στοιχεία, έτσι ώστε πεταλουδιστά να
έρχονται, να περνούν και να φεύγουν οι μορφές της θύμησης μέσα από την
περιγραφική του απεικόνιση, αφήνοντας τη γλύκα της ανθρωπιάς φίλεμα στον
αναγνώστη.
Ο λόγος του μοιάζει να έχει πυρίκαυστη επαφή με
την πραγματικότητα, καθώς η ωριμότητά του γίνεται κήρυγμα ανθρωπιάς και
μαστίγωμα υποκρισίας.
Αναζητώντας διόδους ψυχικής έκφρασης, φιλοσοφεί
στο έμβιο ψυχοδρόμιο της υπάρξεώς του σαν ακηδευμόνευτος ταξιδευτής, γυρνώντας
πίσω τον χρονοδείχτη του λογισμού, για να αναδειχθεί στο τέλος η ανθρώπινη
ευζωία.
Σε κάποιες
σελίδες γράφει:
Έχετε φτάσει
στο φεγγάρι, αλλά ξεχνάτε να χτυπήσετε τη διπλανή πόρτα του γέροντα για να του
προσφέρετε ένα πιάτο φαΐ.
Χάντρες στο
κομπολόι σας οι απόκληροι του κόσμου.
Είμαι πολύ
μικρός για να ορίσω το θείο· μπορώ όμως να το ακούσω και όταν η ψυχή μου
ωριμάσει να το αισθανθώ.
Ο συγγραφέας μοιάζει πεπειραμένος τρυγητής της ζωής, που ακόμα και στης επιλογής του το μοναχικό στρατί έμαθε να συνοδοιπορεί, τιμονεύοντας το υπαρξιακό του λεωφορείο αριστοτεχνικά και αποβιβάζοντας την άρνηση και τον οχαδερφισμό την κατάλληλη ώρα στη στάση «Ειμαρμένη»
Αγαπητέ φίλε και συνάδελφε Διονύση,
τούτο το λογοτεχνικό σου
βάδισμα φανερώνει πως εξελίσσεται σε πνευματικό μαραθώνιο.
Εύχομαι εγκάρδια να έχεις υγεία και πάντα φαρέτρα γεμάτη με την καύσιμη ύλη
της σοφίας, για να σε φτάσει στην Ιθάκη των επιθυμιών σου.
Πάνος Κούρβας
Λογοτέχνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου