"Το ρόλο μας τον διαλέξαμε οι ίδιοι εμείς – την πρώτη μέρα που διστάσαμε να πάρουμε μια απόφαση ή που σταθήκαμε εύκολοι σε μιαν αναβολή. Όλα όσα αρνηθήκαμε – αυτό είναι το πεπρωμένο μας." Τάσος Λειβαδίτης, "Αλλά κάτεχε ότι μονάχα κείνος που παλεύει το σκοτάδι μέσα του θα ‘χει μεθαύριο μερτικό δικό του στον ήλιο." Οδυσσέας Ελύτης, "Κανένας δεν έχει δικαίωμα να εξουσιάζει τα μάτια μου, το στόμα μου, τα χέρια μου, τούτα τα πόδια μου που πατάνε τη γης" Γιάννης Ρίτσος, "Σ’ αυτόν τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται." Γιώργος Σεφέρης

Τετάρτη 30 Αυγούστου 2023

Ημερολόγιο Σεπτεμβρίου 2023 - Δώρο του Τέχνης τόπος

 Το Τέχνης τόπος χαιρετίζει το φθινόπωρο με ένα ακόμα εκτυπώσιμο ημερολόγιο, του μηνός Σεπτεμβρίου και σας ευχαριστεί για το ταξίδι που συνεχίζετε μαζί του. 

Στον μήνα Σεπτέμβριο φιλοξενείται το ποίημα " Μάνα, στην ποδιά σου" του τέως Προέδρου της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και πάντα αγαπητού και εν τιμή κυρίου Παύλου Ναθαναήλ. 


Μάνα, στην ποδιά σου

Μάνα, στην ποδιά σου ήταν κεντημένο ένα πληγωμένο περιστέρι.
Κάποτε σε ρώτησα να μου πεις ποιος το κέντησε.
Και πρώτη φορά δεν μούδωσες απόκριση.
Δεν ξαναρώτησα, μόνο το κοίταζα, το κοίταζα και μεγάλωνα.

Μεγάλωνα με το πληγωμένο περιστέρι στην καρδιά.
Μάνα μου, μικροχήρα μου, χαροκαμένη.

Μάνα, στην ποδιά σου ήταν κεντημένο ένα δέντρο με παράξενα φύλλα.
Κάποτε σε ρώτησα να μου πεις τι δέντρο ήταν.
Σκούπισες ένα δάκρυ και δεν αποκρίθηκες.
Μάνα μου, μικροχήρα μου, χαροκαμένη.
Μάνα, στην ποδιά σου θέλω να κεντήσεις έναν κύκνο
Κατάλευκο και περήφανο σαν τη ψυχή σου.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΑΘΑΝΑΗΛ

Παρακάτω βλέπετε εικόνα του ημερολογίου




Κατεβάστε τον μήνα Σεπτέμβριο πατώντας

Καλό Φθινόπωρο!


Προσθέστε το e-mail σας,  στο Τέχνης τόπος για να λαμβάνετε τα newsletter του site



Σχεδιασμός - υλοποίηση : Σταυρούλα Δεκούλου

Τρίτη 29 Αυγούστου 2023

Αυγερινός Θ. Ανδρέου, Σωτήριον έλαιον


          Ήταν βαρύς εκείνος ο χειμώνας του '50 στην Άρτα. Ο Άραχθος κατέβασε πολλά ορμητικά νερά με ξύλα και δέντρα ξεριζωμένα. Η θερμοκρασία πολλές φορές κάτω από το μηδέν και η υγρασία τσάκιζε τα κόκκαλα των δύσμοιρων κατοίκων. Τα παιδιά που πήγαιναν στο Γυμνάσιο και κατάγονταν από τα βουνά, έμεναν συνήθως δύο μαζί σε ένα δωμάτιο για να αντιμετωπίζουν από κοινού το ενοίκιο και το φόβο της μοναξιάς.

Εκεί, στα αυθαίρετα σπίτια στο Σκοπευτήριο, στην Αγία Φανερωμένη και στον Άι Λια. Το χώμα βογκούσε ακόμα από το αίμα των εκατοντάδων νεκρών του εμφύλιου σπαραγμού του Δεκέμβρη του '44, αλλά αυτό για τους μαθητές ήταν άγνωστο ή σχεδόν αδιάφορο. Αυτό που ήθελαν ήταν ψωμί και φαγητό να χορτάσουν την πείνα τους.

Οι δύο φίλοι συμμαθητές με καταγωγή από τα επάνω Ραδοβίζια, είχαν δυο ημέρες να φάνε. Είχαν ν' αντιμετωπίσουν και το κρύο ( για φωτιά ή σόμπα ούτε λόγος μπορούσε να γίνει). Νύχτωσε για τα καλά και κάθισαν κάτω από την λάμπα πετρελαίου να διαβάσουν τα μαθήματα της επιούσης ημέρας. Ξαφνικά εισέρχεται στο δωματιάκι τους ο ιδιοκτήτης, σκληρός και αδυσώπητος.

- Έξω παλιόπαιδα, τους λέει, χρωστάτε δύο ενοίκια και μπήκατε στο τρίτο... Χωρίς να περιμένει απάντηση τους πετάει τα λιγοστά πραγματάκια του έξω από το σπίτι. Πήρε το δίκιο μόνος του, τι σημαίνει Δικαστήρια κλπ;

Τα δύο Ηπειρωτάκια έβαλαν τα κλάματα. Τα δάκρυά τους σκεπάστηκαν σε λίγο από το χιόνι που άρχισε να πέφτει απαλό αλλά σταθερό. «Τι κάνουμε τώρα;» έλεγε το ένα στο άλλο. Μια φαεινή ιδέα ήρθε στο μυαλό του ενός. «Να βρούμε καταφύγιο σε μια εκκλησία.» Σύρθηκαν κρατώντας τα πραγματάκια τους υπό μάλης και μπήκαν στο εκκλησάκι του Άι Γιάννη απέναντι από τα παλαιά Δικαστήρια. Ευτυχώς ο φύλακας δεν τους είδε. Πέρασε η νύχτα και γλυκοξημέρωνε.  Ο ένας λέει:

- Λιποθυμάω από την πείνα, δεν μπορώ να πάω στο σχολείο. Ο άλλος ξαφνικά ένιωσε την δύναμή του να πολλαπλασιάζεται γιατί έπρεπε να αναλάβει δράση και να σώσει τον φίλο του. Ξαφνικά η ιδέα εφανερώθη. Θα πιούν το λάδι από τα καντήλια της εκκλησίας! Έτσι και έγινε.

Η απολεσθείσα εκ της πείνας δύναμη ανεκτήθη πάραυτα και πήραν το δρόμο για το σχολείο, για τη γνώση. Το βράδυ τα ίδια. Κρυφά ξαναμπήκαν στην εκκλησία, διάβασαν τα μαθήματά τους υπό το φως το καντηλιών, ήπιαν το λάδι τους και συνέχισαν τη ζωή τους, εάν βέβαια αυτό θα μπορούσε κάποιος να το ειπεί ζωή.

Πέρασαν 5-6 ημέρες και ξάφνου βλέπουν τον φύλακα της εκκλησίας να εισέρχεται σε αυτήν. Οι νέοι έχασαν την φωνή τους και δεν ήξεραν από ποιόν να ζητήσουν συγχώρεση: Από τον Κύριο που εισήλθαν άνευ αδείας εις τον οίκον Του και του ήπιαν και το λάδι Του, που σίγουρα για άλλα θα το χρησιμοποιούσε ή από τον φύλακα με το ευτραφές μουστάκι του, ο οποίος με βεβαιότητα το ολιγότερον θα τους οδηγούσε στην Αστυνομία, στο χώρο δηλαδή που το πιο καλό που μπορούσε κάποιος να πάθει ήταν ξυλοφορτωθεί.

Όμως, ώ του θαύματος! Ο καλοκάγαθος εκείνος άνθρωπος τους είπε:

- Μη φοβάστε, νομίζετε ότι δεν σας είδα; Έκανα ότι δεν σας είδα! Ρε χαμένα, δεν αναρωτηθήκατε γιατί βρίσκατε κάθε μέρα γεμάτα τα καντήλια με λάδι;  Αυτό το παιγνίδι μπορώ να το κάνω ένα μήνα ακόμη, μετά θα ζεστάνει ο καιρός και κάντε ό,τι θέλετε.

Ένα δάκρυ πικρό κύλησε από τα μάτια του ωραίου εκείνου φύλακα. Άλλαξε θέση και μουρμούρησε:

- Πώς τα ανέχεσαι όλα αυτά, Κύριε; 

Τα χρόνια πέρασαν. Ο ένας από τους δύο μού διηγήθηκε την ιστορία αυτή. Είπε ότι μπορώ να την καταλάβω. Κάτι θα ήξερε, γιατί ήταν ο αγαπημένος μου καθηγητής. Τώρα από τα επουράνια που βρίσκεται μπορεί να δυσανασχετεί με την γραφή μου ετούτη. Ο άλλος μαθητής, που δίδαξε σε πολλά Πανεπιστήμια της Αμερικής και της Ευρώπης, δεν ξέρω εάν αποκάλυψε σε κάποιον την μικρή αυτή ιστορία. Στις συναντήσεις μας απέφυγα επιμελώς να του ειπώ ότι την ξέρω, όπως και άλλες πολλές ιστορίες των δύο παλαιών συμμαθητών.

Αυγερινός Θ. Ανδρέου



Επιμέλεια: Σταυρούλα Δεκούλου

Κυριακή 27 Αυγούστου 2023

Διονύσιος Βελονάκης, Για να γίνω... Άνθρωπος, Γράφει ο Πάνος Κούρβας


(Με τη ματιά του Πάνου Κούρβα)

Ένα εκατόφυλλο προσκλητήριο συνειδήσεων μοιάζει το βιβλίο του Διονύση Βελονάκη.

Με τη φωνή του και τις αρχιτεκτονικές του πινελιές ο συγγραφέας σκιαγραφεί ανθρώπινα ψυχογραφήματα μέσα από τα έγκατα της υπάρξεώς του.

Με έντονη εκφραστική διατύπωση και μέσα από το πολυτονικό σύστημα της γραφής του ο λόγος του ένσοφος, θα έλεγα, μα και εξαγγελτικός ιχνογραφεί με τεχνογραφική ιδιαιτερότητα τη δισυπόστατη φύση του ανθρώπου, καθώς οι αισθήσεις του κονταροχτυπιούνται με τη λογική.

Με βαθιά πνευματική πνοή στο έργο του ανθορροούν μέσα από τη γλωσσική του πληρότητα κρουστές εκφράσεις, καθώς με την εξομολογητική του τάση προκαλεί παράλληλα, ίσως, τον ενσαρκωμένο του εαυτό να ανάψει σε μια άλλη διάσταση τις νοηματικές δάδες του κόσμου και να τον οδηγήσει στην ασφαλή έξοδο φωτίζοντας τον λαβύρινθο της νοημοσύνης του, εκεί όπου διαδραματίζεται με ενάργεια η ζωισμένη διαδρομή του ανθρώπου, απαλλαγμένη από την κατευθυντήρια τάση του πεπρωμένου.

Μέσα στην πειθαρχημένη δομή του λόγου του παραλληλίζεται ταυτόχρονα η ψυχική του ενσάρκωση με τη μορφή περιστεριού, καθώς συνοδοιπορούν μαζί ιχνηλατώντας τ’ αχνάρια του ανθρώπου και αποκαλύπτοντας το νόημα από το αίνιγμα της ζωής.

Ο συγγραφέας διακονεί, θα έλεγα, στον χώρο της πεζογραφίας χρησιμοποιώντας ποιητικά στοιχεία, έτσι ώστε πεταλουδιστά να έρχονται, να περνούν και να φεύγουν οι μορφές της θύμησης μέσα από την περιγραφική του απεικόνιση, αφήνοντας τη γλύκα της ανθρωπιάς φίλεμα στον αναγνώστη.

Ο λόγος του μοιάζει να έχει πυρίκαυστη επαφή με την πραγματικότητα, καθώς η ωριμότητά του γίνεται κήρυγμα ανθρωπιάς και μαστίγωμα υποκρισίας.

Αναζητώντας διόδους ψυχικής έκφρασης, φιλοσοφεί στο έμβιο ψυχοδρόμιο της υπάρξεώς του σαν ακηδευμόνευτος ταξιδευτής, γυρνώντας πίσω τον χρονοδείχτη του λογισμού, για να αναδειχθεί στο τέλος η ανθρώπινη ευζωία.

Σε κάποιες σελίδες γράφει:

Έχετε φτάσει στο φεγγάρι, αλλά ξεχνάτε να χτυπήσετε τη διπλανή πόρτα του γέροντα για να του προσφέρετε ένα πιάτο φαΐ.

Χάντρες στο κομπολόι σας οι απόκληροι του κόσμου.

Είμαι πολύ μικρός για να ορίσω το θείο· μπορώ όμως να το ακούσω και όταν η ψυχή μου ωριμάσει να το αισθανθώ.

Ο συγγραφέας μοιάζει πεπειραμένος τρυγητής της ζωής, που ακόμα και στης επιλογής του το μοναχικό στρατί έμαθε να συνοδοιπορεί, τιμονεύοντας το υπαρξιακό του λεωφορείο αριστοτεχνικά και αποβιβάζοντας την άρνηση και τον οχαδερφισμό την κατάλληλη ώρα στη στάση «Ειμαρμένη»

Αγαπητέ φίλε και συνάδελφε Διονύση,

τούτο το λογοτεχνικό σου βάδισμα φανερώνει πως εξελίσσεται σε πνευματικό μαραθώνιο.

Εύχομαι εγκάρδια να έχεις υγεία και πάντα φαρέτρα γεμάτη με την καύσιμη ύλη της σοφίας, για να σε φτάσει στην Ιθάκη των επιθυμιών σου.

 

Πάνος Κούρβας

   Λογοτέχνης


Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Αυγερινός Θ. Ανδρέου, Στη Γυναίκα




Τα καλά που πρόκειται να ‘ρθουν
τα κρατάς απαλά
στις μισόκλειστες φούχτες σου.
Τη δροσοσταλιά που πρόκειται ν’ απλωθεί
την κρατάς αινιγματικά
στη δροσιά των ματιών σου.

Το χαμογέλι που θ’ ανθίσει στα χείλη μας
ακουμπάει στου δοξαριού σου την άκρη.
Τα φυτά που θα βλαστήσουν
είναι αυτά που στις ρίζες τους φτάνουν
οι αυλακιές του καταρράκτη
που ορίζεις και διαφεντεύεις .
Το σπόρο των κρίνων
της απόμερης χαράδρας
που ριζώνει της ψυχής το φτερούγισμα
τον κρατάς στην ποδιά σου.

Τα κακά που πρόκειται να ‘ρθουν
τα κρατάς δυνατά
στο σκοτεινό του λογισού σου κομμάτι.
Το φαρμακωμένο χιτώνα
που στο πετσί μας θα κολλήσει,
εσύ,
ίδια Δηιάνειρα απ’ την Καλυδόνα ,
πρόκειται να μας τον ταξιδέψεις
μες σε αργυρό, πλουμιστό σεντούκι,
μέχρι την Οιχαλία
που μόλις κυριέψαμε,
με τσακισμένο καράβι
δίχως κατάρτια και πανιά
και στο δοιάκι του ένας άλλος Λίχας αφελής .
Εκεί θα τελέψουμε
χωρίς του Φιλοκτήτη την παρουσία,
να του χαρίσουμε τις σαΐτες μας .
Κι αν, μολαταύτα, φθάσουμε κάποτε
στην Τραχίνα,
δε θα μπορέσουμε ν’ αντικρίσουμε
την πανώρια Ιόλη ,
τι θα 'ναι θολή κι αδύνατη η ματιά μας.

Σαν ανεβούμε στον Υμηττό
μια ροδοδάχτυλη αυγή,
να ικετέψουμε την Ηώ
ν΄ αυγατίσει το καλό μας,
εσύ,
ίδια η Πρόκρη απ’ την Αθήνα,
θα χαρίσεις στον Κέφαλο
το κοντάρι το μαγικό
να μας το ρίξει κατάστηθα
πλάι στα χαμόκλαδα τα πυκνά.

Κι αν ακόμα,
το ελάφι της ζωής αναζητήσουμε
στα βαθυχόρταρα λιβάδια της Χίου,
θα’ σαι εσύ που θα οπλίσεις το στιβαρό χέρι
του Κυπάρισσου,
να μας λαβώσει,
κι ας ψυχοδέρνεται ύστερα.



Ο Αυγερινός Ανδρέου γεννήθηκε στην Άνω Καλεντίνη Άρτας. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ζει και εργάζεται ως δικηγόρος στην Αθήνα. Είναι Γενικός Γραμματέας της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος. Είναι συνιδρυτής της Αθηναϊκής Εταιρίας Πολιτισμού, της οποίας υπήρξε Πρόεδρος.
Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: "Αντιστροφές", "Δίπυλος", "Πέτρα και Φως", "Μετά την καταιγίδα", "Ιχνηλατώντας τους Καιρούς", "Το δοιάκι των καιρών", "Έβδομη Γραφή". Έχουν δημοσιευτεί από τον ίδιο οι μελέτες με τίτλο: "Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης στην δημώδη και λόγια ποίηση", "Ερμηνευτική προσέγγιση στο κλέφτικο τραγούδι της Λένως Μπότσαρη", "Τα τραγούδια της φυλακής". Έχει αποδώσει στην ομιλούμενη νεοελληνική γλώσσα το τραγούδι του Βασίλη Μιχαηλίδη "Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου) ή το Τραούδιν του Κυπριανού". Έχει δημοσιεύσει ιστορικές και λαογραφικές μελέτες και άρθρα σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. ΠΡΟΣΩΠΟ – Βιβλιοnet (biblionet.gr)


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΚΑΠΟΙΑ ΕΞΩΦΥΛΛΑ ΤΗΣ ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΥ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ Θ. ΑΝΔΡΕΟΥ




Πάνος Κούρβας, Στο αιωνόβιο πεύκο




Μεσουρανείς σαν ορθάνοιχτο παραθύρι
με τη φρεσκάδα της πράσινης ήβης
για να διαχυθεί απ’ την κόψη της ανάσας σου
ο νηνεμικός παλμός της άφθαρτης ουρανοσύνης.

Ένας αείρροος ανασασμός αλαφροδέρνεται
στο φτέρωμα της μυρόπνοης Ρώμης σου
αποπνέοντας το μαγικό αγίασμα της αύρας σου
μέσα απ’ τον γλυκοσερνάμενο ψίθυρο του αέρα.

Να ακούσω ποθώ την εξομολογητική σου παλίρροια
εκείνο το αειπάρθενο στοιχείο της ψυχικής ευφορίας
που κυλά απαλοτρέμουλα στα διχαλωτά σου φυλλώματα
καθώς εκείνα βελονιάζουν τη συγχορδία των ανέμων.

Εσύ που προαναγγέλλεις την καλοσύνη της όμορφης μέρας
με τις σιωπηλές νεροσταγόνες της αυγινής πάχνης
δώσε στη ζωή την παρθενία των αμύριστων λουλουδιών
για να βρει ο κόσμος τον δρόμο της Άνοιξης.

Κάτω απ’ την πανώρια θεραπαινίδα της σκιάς σου
ο διαβάτης ακούμπησε στον κορμό σου μεσόστρατα
γεύτηκε απ’ το ρετσίνι σου το καθαγίασμα του δειλινού
και το αρωματικό θυμίαμα του γήινου παραδείσου.

Γεροπευκιά στεκάμενε ταξιδευτή των αιθέρων
πάρε μαζί σου στις εκτάσεις των επιθυμιών σου
και την ύπαρξή μου
για να ανακλαρίζεται αναβρυστικά
σαν ένα αιωνόβιο πεύκο ριζωμένο στο σύμπαν...




Τρίτη 22 Αυγούστου 2023

Άγγελος Μαρίνος, Του Νότου το Φανάρι



Ο ήλιος έδυσε…
Πυρσοφόροι πύργοι, φάροι περιαυγείς,
με φωτοβόλες δέσμες τα πέλαγα σαρώνουν…
Πέτρινοι φύλακες των καραβιών,
αιώνιοι φρουροί των θαλασσών…
Το Νότου το φανάρι στο Kριτήρι,
ρίχνει τις δέσμες του στην Κοκκινόγεια
και λαμπυρίζει το πέλαγος και τ’ Άδη η σπηλιά,
που κατεβαίνει ο Μιχαήλ Αρχάγγελος
να βγάλει τις σχωρεμένες τις ψυχές στο φως!
Εκεί στ’ Ακροταίναρο ο φάρος έσβησε…
Κι εγώ καθιστός στο Άστρος της Αριάς
περιμένω τις πρώτες αχτίδες της αυγής!
Ο ήλιος ανέτειλε…

Σάββατο 19 Αυγούστου 2023

19 Αυγούστου, Παγκόσμια Ημέρα Φωτογραφίας, Γράφει η Σταυρούλα Δεκούλου



Αγαπώ τους φωτογράφους σχεδόν όσο και τους ποιητές ...
Αυτή η μαγική τους δύναμη να υποτάσσουν τον χρόνο σε μια στιγμή
και να αποστάζουν όλα τα κρυμμένα της νοήματα.

Αγαπώ τον τρόπο που ζυγίζουν το φως και το σκοτάδι
και το μοιράζουν ακόμα και άδικα αν το επιθυμούν
κι όμως το αποτέλεσμα συγχωρεί την σκόπιμη ξαστοχία τους.


Ακόμα θυμάμαι τη παλιά μαύρη KODAK του πατέρα 
να σφραγίζει τις στιγμές μας στον χρόνο.

Η πρώτη μου φωτογραφική μηχανή

   
Μια από τις επόμενες φωτογραφικές μου μηχανές 


Στις μέρες πια, συχνά την φωτογραφική μηχανή αντικαθιστά η κάμερα του κινητού τηλεφώνου. Ακόμα με ξαφνιάζει πόσο γρήγορα γίνονται όλα.  Ακόμα θυμάμαι την αγωνία μου να πάει πέντε το απόγευμα για να πάω στο φωτογραφείο να ρωτήσω αν είχαν εκτυπωθεί οι φωτογραφίες της εκδρομής. Και πόσο μεγάλη στενοχώρια, εκείνη τη φορά που πήρε φως το φιλμ με τις φωτογραφίες που είχαμε βγάλει στο Ναύπλιο. 

Η  φωτογραφία για μένα είναι σαν τη γραφή, σαν το ραδιόφωνο, σαν τη ζωγραφική. Εμπεριέχει μέσα της ψυχή, καρτερία, πείσμα, αστερόσκονη. 

Μέσα από κάθε κλικ μπορείς να μαρτυρήσεις

την αδικία


την εγκατάλειψη


την τρυφερότητα


την ελπίδα

   

τη θέση της αγάπης σου στον ουρανό  (πατέρα)


την νοσταλγία


τη δύναμη της γης


τη μαρτυρία της άνοιξης


τους θησαυρούς της θάλασσας


Τη σιωπή που μας επιβλήθηκε τα δυο χρόνια της πανδημίας. 

Τη σιωπή που εισπράττουμε στις κραυγές μας.

Τη σιωπή που ταΐζουν τις αγωνίες μας, τις διαμαρτυρίες μας, 
το άδικο των ημερών μας.




The sound of silence

Αγαπώ τους φωτογράφους σχεδόν όσο και τους ποιητές
γιατί οι εικόνες τους γεννούν μέσα μου λέξεις, 
που γίνονται ποιήματα
και γιατί όταν τα δάκρυα θολώνουν τη μνήμη μου,
οι εικόνες τους φέρνουν και πάλι κοντά μου όσα αγαπώ.


Χρόνια πολλά στους μάγους της στιγμής, στους δαμαστές του χρόνου. 




Σύνταξη, φωτογραφία, επιμέλεια: Σταυρούλα Δεκούλου

Ιωάννης Μασμανίδης, Τι γυρεύεις


Στὸ ἄμετρο παρὸν
μιὰ διαρκὴς αἰώρηση
ἡ νοσταλγία σου

ΤΙ ΓΥΡΕΥΕΙ ΜΕΣΑ ΜΟΥ ΠΑΛΙ

Νόμιζα πώς
στὴ σιωπὴ τοῦ μακρινοῦ ΠΡΙΝ
εἶχα τήν πίκρα μου στρατοπεδεύσει

σὲ ἕνα καμαράκι ἀσβεστωμένο
μικρὸ παροπλισμένος
ἀνάμεσα στὰ λιγοστὰ μου
ἡ λύπη καταρρέει

Στὰ ποιήματά μου
μιὰ κραυγὴ
μιὰ πληγὴ
μιὰ προσμονὴ
λυμνάζει

τὰ ὀρφανά ὑπάρχοντά μου
τακτοποιοῦσα μὲ ἐπιμέλεια
στὶς φυσικὲς διεργασίες τῆς ἀποσύνθεσης
σιωπηλὰ νὰ πενθοῦν

θὰ γαλήνευαν νόμιζα τὴν ἀσύνετη περιπλάνησή μου
τὸ χαῖνον καταστροφικὸ κενὸ κατακομματιασμένων
ἐρειπίων μου
νὰ μὴ χιμοῦν καταπάνω μου μὲ τὴν ἀδέξια λογικὴ τους

Σὲ ὅ,τι πενθῶ
ἄχρωμη ἀγάπη διαλυμένη
ἀνύμνητα πάθη στάζουν
ἀσταμάτητα

φύτρωσαν ἀγριόχορτα
δὲς

Τί γυρεύεις λοιπόν
σὲ ὀργανωμένο νεκροταφεῖο μεσάνυχτα
σὲ ἕνα μισοσβησμένο χνάρι ζωῆς
σὲ ἕνα στραγγισμένο ξερὸ δένδρο

Τί

Νίκος Μπατσικανής , Ωδή στον Λόρκα

 

19 Αυγούστου 1936, η δολοφονία τού μεγάλου Ισπανού δραματουργού και ποιητή Federico García Lorca.


Η καυτή σφαίρα, σκίζοντας τον αγέρα
καρφώθηκε στο στέρνο του νεαρού άντρα
μόλις π’ αχνοχάραζε.
Ένα αιμάτινο ρόδο άνθισε στο στήθος του
πριν ο ποιητής γείρει
πάνω στα ξερά φρύγανα του δάσους.
Βλέπεις
εκείνη τη χρονιά
ο αυγουστιάτικος ήλιος πύρωνε αλύπητα τη Γρανάδα.
 
Το μεγάλο ρολόι της πλατείας έδειχνε πέντε ακριβώς.
Πέντε σήμανε κι η καμπάνα του Αγίου Ιωάννη
για τον όρθρο του Σαββάτου
όταν το αηδόνι τους σώπαινε για πάντα.
 
Με τον άνεμο
το μαντάτο σκόρπισε παντού.
Θρήνος για τους ποιητές
μα πιότερο, για τους ερωτευμένους.
 
Φεντερίκοοο…
 
Η ζωή συνεχίστηκε
μα τίποτα δεν ήταν όπως πρώτα.
Και τα πουλιά –ακόμα– σώπασαν
στην Ανδαλουσία
κι ο Γουαδαλκιβίρ, ματωμένος κυλούσε
γεμάτος πικρά δάκρυα
για χρόνια.

 
Από το βιβλίο ΕΡΗΜΙΑ, ποίηση, 2020, εκδόσεις "Βεργίνα"

Πέμπτη 17 Αυγούστου 2023

Πρωινός καφές, συντροφιά με τον Παύλο Ναθαναήλ


Μετά την τελευταία μας ανάρτηση για τον πρώην Πρόεδρο και μέχρι πριν λίγο καιρό Αντιπρόεδρο της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και πάντα Πρόεδρο της καρδιάς μας, Παύλο Ναθαναήλ, πολλά ήταν τα αιτήματά σας για μια συνέντευξη μαζί του, κάτι που υπήρχε στη σκέψη μας πριν ακόμα δημιουργηθεί αυτός ο ιστότοπος. Λόγοι υγείας του όμως κατέστησαν αδύνατη αυτή τη συνάντηση. 

Ο καιρός παρήλθε... 

Σήμερα όμως είχαμε τη χαρά να μοιραστούμε έναν πρωινό καφέ στο φιλόξενο σπιτικό του, παρέα και με την αγαπητή βαφτιστήρα του, Αφροδίτη, την οποία ο πρόεδρος βάφτισε αρκετά χρόνια πριν, μαζί με τον σύζυγό της όταν ήρθαν από το Μπεράτι της Αλβανίας, αφού επί Χότζα είχαν κλειδωθεί όλες οι εκκλησιές και το βάπτισμα των παιδιών είχε απαγορευτεί. Έκτοτε η Αφροδίτη στέκεται άγρυπνος φρουρός δίπλα στον αγαπητό κύριο Ναθαναήλ όπως και τώρα, τον φροντίζει και του μεταφέρει όλα όσα συμβαίνουν στον λογοτεχνικό μας χώρο ενόσω εκείνος αναρρώνει για να επιστρέψει το συντομότερο δυνατόν κοντά μας. 



Τι ρωτάς όμως τον Παύλο Ναθαναήλ; Τι τολμάς να ρωτήσεις έναν άνθρωπο που έχει ζήσει τόσα όσα θα χρειαζόμασταν δυο και τρεις ζωές και μια μηχανή του χρόνου για να τα ζήσουμε. Τίποτα δεν ρωτάς. Τον αφήνεις να μιλάει. Να ταξιδεύει στο παρελθόν και να σε αφήνει κι εσένα να κρυφοκοιτάς. 

Έτσι λοιπόν βρεθήκαμε στη δεκαετία του '70 να μας εξιστορεί ένα συμβάν από την προεκλογική εκστρατεία του Γεωργίου Παπανδρέου...

Ήταν λοιπόν στην Λάρισα ο Γεώργιος Παπανδρέου και έλεγε... "Λαέ της Λάρισας..."

Την επομένη βρέθηκε στον Βόλο... όμως ο Γ.Π. άρχισε πάλι να λέει "Λαέ της Λάρισας..." 

Το είπε μια, το είπε δυο ... και κάποια στιγμή  του λέει ένας από κάτω... "Πρόεδρε, στον Βόλο είμαστε..."

Τον κοιτάζει λοιπόν ατάραχος ο Πρόεδρος της Ένωσης Κέντρου και λέει "Λαέ της Λάρισας ... πού είσαι να δεις πώς μας υποδέχεται ο λαός του Βόλου" 

Ξεσπάσαμε όλοι σε γέλια και ο κ. Ναθαναήλ πιο δυνατά από εμάς κι εκείνο το πονηρό του χαμόγελο μας ψιθύριζε ότι η μαρτυρία αυτή ήταν αποτύπωμα της παρουσίας του τότε εκεί.  

- Κανείς δεν κατάλαβε, μας είπε, ότι ο Γ.Π. είχε μπερδευτεί. Οι πολιτικοί τότε μάχονταν στον κόσμο, στην αρένα, δεν έκαναν tweet... 




- Κύριε Ναθαναήλ, μας λείπετε. Εκείνη η θέση σας στην Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών απέναντι από την κυρία Κατερίνα, θαρρεί κανείς πως κλαίει τώρα που δεν κάθεστε εσείς εκεί. Αμφιβάλλω δηλαδή αν τόλμησε και κανείς να κάτσει εκεί. 

- Έχω μια μικρή δυσκολία ακόμα, μια αδυναμία, αλλά θα ξανάρθω στην Εταιρία το φθινοπωράκι που θα είναι δροσιά κι εγώ ακόμα καλύτερα. Μου λείπετε κι εσείς, μας εκμυστηρεύτηκε. 


Ο Παύλος Ναθαναήλ (εμπρός δεξιά), διευθυντής της ελληνικής υπηρεσίας του BBC μαζί με τον Νίκο Δενδρινό (δίπλα του αριστερά) σε συνάντηση με μέλη των Ελλήνων dxers.


Η αγάπη του για την Ελλάδα τον έκανε να επιστρέψει από το Λονδίνο, αφήνοντας πίσω μια σπουδαία καριέρα στο BBC. 

- Όταν γύρισα στην Ελλάδα, ανέλαβα γενικός διευθυντής της ΕΡΑ, αλλά εκεί έμεινα μόνο ένα χρόνο.   Δεν μπορούσα να μείνω παραπάνω. 'Έρχεται λοιπόν μια μέρα  ο Παν-Παν και μου λέει,

- Ένα χρόνο προσπαθώ να τσακωθώ μαζί σου και δεν τα κατάφερα. 

- Δεν τσακώνεστε κύριε Ναθαναήλ; 
- Ποτέ!
- Ποτέ,  είπε και η Αφροδίτη χαμογελώντας!
- Ποτέ, είπε και ο Άγγελος Μαρίνος, που έβγαζε τις φωτογραφίες σήμερα το πρωί

Χαμογέλασε ο κύριος Ναθαναήλ... 

- Ποτέ, επανέλαβε! 


- Κύριε Ναθαναήλ, πείτε μας, τι εκδήλωση θα θέλατε να οργανώσουμε στην Ε.Ε.Λ. 

- Πρέπει να κάνουμε κάτι να ταράξουμε τα νερά, είπε. Σκέφτομαι .... 

(Όχι δεν θα σας πω τι μας πρότεινε. Θα το μάθετε όταν το οργανώσουμε. Θα σας πω όμως τι του προτείναμε εμείς)

- Κύριε Παύλο, είναι καιρός να κάνουμε μια εκδήλωση για τον αγαπητό όλων μας "ΠΑΥΛΟ ΝΑΘΑΝΑΗΛ", δεν θα μας το αρνηθείτε... 

- Όχι, δεν θα σας το αρνηθώ, είπε χαμογελώντας!


Πριν φύγουμε του έδωσα το τελευταίο τεύχος του Κελαινώ και ό,τι άλλο έντυπο υλικό είχα συλλέξει και το δώρο μου ήταν δυο βιβλία του με την υπογραφή του!


Δώσαμε ραντεβού αρχές του Σεπτέμβρη, οπότε και θα έχουμε κι άλλες ιστορίες και νέα του αγαπητού πρώην Προέδρου και μέχρι πριν λίγο καιρό Αντιπροέδρου της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και πάντα Πρόεδρο της καρδιάς μας, Παύλο Ναθαναήλ. Ευχαριστούμε θερμά την αγαπητή Αφροδίτη, για την εξαιρετική φιλοξενία και τη ζεστή παρουσία της κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. 

Σύνταξη - επιμέλεια : Σταυρούλα Δεκούλου
Φωτογραφίες :  Άγγελος Μαρίνος


Η παρούσα ανάρτηση αποτελεί την πρώτη από μια σειρά αναρτήσεις με τίτλο ΠΡΟΕΔΡΟΙ ΤΗΣ Ε.Ε.Λ. και με πρώτο φιλοξενούμενο "ΤΙΜΗΣ ΕΝΕΚΕΝ" τον κ. Παύλο Ναθαναήλ, με τη σύμφωνη γνώμη του Προέδρου της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, κ. Κώστα Καρούσο. Θα ακολουθήσουν όλοι όσοι διετέλεσαν σε αυτή τη θέση, με ανάδρομη χρονολογική σειρά,  μέχρι να φτάσουμε στον πρώτο το 1934, που ήταν ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. 


Ο Παύλος Ναθαναήλ γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1937 όπου και έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνία από πολύ νέος. Δημοσίευσε κείμενα του σε περιοδικά από την ηλικία των δεκαεπτά ετών ενώ το πρώτο του βιβλίο κυκλοφόρησε στα δεκαοχτώ του. Αργότερα ήρθε στην Αθήνα όπου εργάσθηκε ως δημοσιογράφος και καθηγητής Αγγλικών. Παράλληλα σπούδασε αγγλική φιλολογία και νομικά. Τα δεύτερα τα εγκατέλειψε γιατί ανακάλυψε ότι δεν μπορούσε να γίνει δικηγόρος. Ύστερα από επιτυχία σε ειδικό διαγωνισμό προσλήφθηκε στο BBC όπου εργάσθηκε πάνω από 20 χρόνια. Η μακρά παραμονή του στο Λονδίνο “άλλαξε την οπτική του γωνία”. Επίσης ολοκλήρωσε τις σπουδές του παίρνοντας πτυχίο διεθνών σχέσεων από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.

Στο BBC ανέβηκε με γοργό ρυθμό τις βαθμίδες ιεραρχίας και έφθασε στη θέση του διευθυντή προγραμμάτων Νοτίου Ευρώπης. Είναι ο μόνος Έλληνας που κατέλαβε τόσο υψηλή θέση στο BBC.

Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε και πάλι με τη δημοσιογραφία και για ένα διάστημα διετέλεσε γενικός διευθυντής της ΕΡΑ. Η παράλληλη ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία συνεχίσθηκε όλα αυτά τα χρόνια. Εξέδωσε τρεις ποιητικές συλλογές, μια συλλογή διηγημάτων, δύο τόμους δοκιμίων και τρεις ανθολογίες. Δημοσίευσε εκατοντάδες άρθρα σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Μετέφρασε πολλά έργα και βιβλία γύρω από τη διεθνή πολιτική. Πρώην πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και Αντιπρόεδρος του “Παρατηρητηρίου Διεθνών Οργανισμών και Παγκοσμιοποίησης”.
ΠΡΟΣΩΠΟ – Βιβλιοnet (biblionet.gr)

  


     


Τετάρτη 16 Αυγούστου 2023

Θεοδώρα Ηλιοπούλου Κουφοπούλου, Ποίηση από τη "Νονά" του Κελαινώ




Ιερή η αποστολή σου
Βασίλισσα του λόγου.

Ουρανόσταλτη φλόγα
Που αφορίζεις το σκοτάδι.

Αφυπνίζεις συνειδήσεις.
Περιφρουρείς αξίες της ζωής.

Διαλαλείς την Αγάπη, την Ελπίδα,
Την Αλήθεια.

Προάγγελος
Ενός όμορφου κόσμου.

Να 'χουν όλοι ψωμί
Χαρά και τριαντάφυλλα.

Όσο θα υπάρχουν ποιητές
Θα αγρυπνούν με τους άστεγους
Τους πεινασμένους, τους αδικημένους.

Όσο θα υπάρχουν ποιητές,
Θα Ανασταίνουν σταυρωμένους.
Θα επικρατεί Ειρήνη επί της Γης.

Και γώ με σένα ΄Ήλιε μου
και με τον στίχο παλεύω το σκοτάδι.




        



Η Θεοδώρα Κουφοπούλου - Ηλιοπούλου γεννήθηκε στο Σπάθαρι Αρκαδίας και ζει στη Ραφήνα με τον σύζυγό της Δημήτρη Ηλιόπουλο. Γράφει ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια και άρθρα. Έχει συμπεριληφθεί σε Ανθολογίες, σε λογοτεχνικά περιοδικά εντός και εκτός Ελλάδας, στον ημερήσιο τύπο, στο ελληνικό Ιστορικό Λογοτεχνικό Μουσείο, στην Διαρκή Ιστορία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας του Μιχάλη Σταφυλά, στην Πελοποννησιακή Λογοτεχνία (Λογοτεχνία της Αρκαδίας) του Κ. Σταμάτη, στο "Ποιητικό Ημερολόγιο" των εκδόσεων Ιωλκός του Γιάννη Κορίδη, στο Πειραματικό λογοτεχνικό Μουσείο του Αντώνη Σαμιωτάκη και στην ηλεκτρονική εφημερίδα MCNEWS της Μαρίας Χατζηνικολάου.
Έχει συμμετάσχει σε Διεθνείς εκθέσεις στην Φραγκφούρτη και Ακαπούλκο.
Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στ’ Αγγλικά από τη Ζαχαρούλα Γαϊτανάκη, στα Γαλλικά από την Σταυρωνία Κουράκου-Ντόκολλα, στα Ιταλικά από την Μαρία Τσάγκα, στα Ισπανικά από τον Μάριο Ραμόν Μεντόζα, στα Κινεζικά και στα Αλβανικά.



Ζώης Μπενάρδος, ΕΝ ΚΑΙΡΩ... , Γράφει ο Πάνος Κούρβας


«Εν καιρώ…»
Εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ, 2018

Με τη ματιά του Πάνου Κούρβα

Ακόμη κι αν δεν είσαι μεμυημένος στην ποίηση, διάβασε προσεκτικά την προλογική κατάθεση στο «Εν καιρώ» και, δίχως να το καταλάβεις, θα σου έχει προσφερθεί το εισιτήριο επιβίβασης σε εκείνο το χάρτινο άρμενο που έφτιαξες παιδί με τη λευκή σελίδα του τετραδίου σου.
Απίθωσε στο κατάστρωμά του τα βάρητα της ζωής σου και λάβε την πρώτη θέση, ακούγοντας την άγκυρα να βιράρει∙ με τον απόπλου ένα παρθενικό ταξίδι έχει ήδη ξεκινήσει.
Διαδοχικοί σταθμοί οι σελίδες του βιβλίου με ανάγλυφα τα εκφραστικά μέσα, που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας προκειμένου να περάσει η σκέψη του.
Η ποιητική θεματογραφία με την αμφίεση του αγνού λυρισμού προβάλλει τους προβληματισμούς της σύγχρονης εποχής που όρθωσαν μπροστά στον άνθρωπο οι νέοι καιροί.
Ο συγγραφέας, ως λειτουργός της ποιητικής τέχνης, μοιάζει να ξεπληρώνει το καθήκον του, καθώς αφήνει να παρελαύνει μέσα από τους στίχους του ζωντανεμένα η ζωή σε μια διαδρομή προσωπικών βιωμάτων, ποτισμένων απ’ τη βρυσομάνα της Ολυμπίας.
Ενίοτε, γίνεται συλλέκτης συγκαιρινών μηνυμάτων∙ τα αναπλάθει μέσα στον πνευματικό του κόσμο και με μια εξομολογητική τάση τα τοποθετεί ελεύθερα πίσω από τον κλειδάριθμο των αποσιωπητικών.
Με το προσωπικό χρώμα της ωριμότητας μέσα από τους ευλύγιστους στίχους βλέπουμε να γκρεμίζονται είδωλα από έναν αυθόρμητο εκτελεστή μιας πηγαίας έμπνευσης, που εμπεριέχει τόνους ρομαντικής μελαγχολίας.
Φαντάζει να έχει κάνει τη μοναξιά τροφό του λογισμού του, για να ακούει την ηχώ της φωνής του μέσα από τα εσώψυχά του να του υπαγορεύει σκιαγραφικά τη χαραγή της στιγμής, το ψηλάφισμα της χαμένης ελπίδας, και με την άκρη της σιωπής της δηκτικά να δικάζει το θανατικό ως υπαρκτό δυνάστη της ζωής.
Ο ποιητής, σαν αγιορείτης του μοναχισμού, μοιάζει να ξεβοτανίζει το μονοπάτι της ζωής από τα αγκαθόχορτα της πλάνης, πιστεύοντας στον πνευματικό παράδεισο, εκεί όπου οι ανθρώπινες σχέσεις λειτουργούν μέσα από τις χορδές της αγάπης και οι ψυχές μεταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων της αδελφοσύνης.
Αγαπητέ φίλε Ζώη Μπενάρδο,
εύχομαι να παραμείνεις νοσταλγός των συγκινησιακών στιγμών, διατηρώντας στο ακέραιο τις παιδικές σου ευαισθησίες και μέσα από το νόημα της ζωής να ψάχνεις αλήθειες, αυτές τις αλήθειες που μας φίλεψες απλόχερα, ξαναγεννημένες μέσα από τα ορμητήρια της σκέψης σου.

Πάνος Κούρβας
Λογοτέχνης

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

Ιωάννης Μασμανίδης, Ποίηση



ΜΕ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΧΑΜΟΓΕΛΟΥ

Στὸν καθρέφτη
τὴ μέρα μου ξεκινῶ
μὲ χορταστικὴ πρωινὴ αὐτογύμνωση
λαιμητόμο

ἕως ὅτου τὸ ἄδειο τῆς κενότητας
παραμερισθεῖ καὶ
ἡ ὑπομονετικὴ ἐπανάληψη τῆς
ἄσκησης
τὴν ψευδαίσθηση τῆς εὐθυμίας
προσκαλέσει

Στὸ δαίδαλο αὐτοῦ τοῦ κόσμου
σὲ ἀνήλιαγα χαρακώματα
βυθίζομαι τελειωτικὰ
στὰ κατακόμπια τῆς νύχτας πάντα ἡττημένος
γιομᾶτος ἀλήθειες λαγοκοιμᾶμαι

Μὲ ἁλισάχνη ἀχνὴ τὰ ξερὰ χείλη μου
πασπαλισμένα
βαθιὰ μὲς στὸ τίποτα ματωμένα
ἀπὸ τὴν ἁφὴ τετελεσμένου μέλλοντος
σιωποῦν

Ἀφοῦ ἡ ζωὴ μου δίχως πόθους καρδιᾶς
πόθο σκέψης
παρασυρμένη
ἄδεια μοναξιά εἶναι
μάταιη συνήθεια

Ἄλλο δὲν εἶναι
παρὰ
 
Σύντομος φωσφορισμὸς πυγολαμπίδας
μέσα σὲ ἕνα σμῆνος ὀνείρων ποὺ σβήνει τελικὰ

Σὲ κάθε ποίημα ἔτσι
τέχνασμα ἐπινοῶ
τὴ μελαγχολία καὶ τὸ θάνατο νά ξεγελάσω
στὸ θάλπος τῶν ἐρημικῶν βραδιῶν
ξηραίνω πόνους
ἤρεμους θανάτους περιγράφω

Τὴν πιὸ σκληρὴ νοσταλγία
ἀφήνω ἔκθετη μὴ μὲ ματώσει κι ἄλλο

Μὲ ἀσκήσεις χαμόγελου
κάθε μέρα
ψυχὴ ναυαγῶ

ἐνῶ ἀράχνη μὲ δανεικὰ καὶ ἀγύριστα
ἐπιμένει

στήνει ἱστό



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ποιητὴς τοῦ ΑΠΟΛΛΥΜΙ κάθε μέρα στοίχημα βάζω γιὰ τὸ τέλος
Κάθε μέρα ψεύτικα νικῶ τὴν ἐγκατάλειψη
<εὔλαλη φιλαμαρτήμων ἐρημία>

Πολλαπλὰ γέρασα
μὲς στὸ χρόνο
<Τῶν ἐκλιπόντων παρακείμενος>

Χα·ι·δεύω
Τὸ ὄνομά σου
Μὲ τὰ μάτια μου
<Διασάφησις>

Κύριοι ἄξονες τῆς γραφῆς μου,ἡ ἀναπόδραστη θνητότητα,ὁ ἔρωτας,ἡ ἐγκατάλειψη,ἡ ὑπαρξιακὴ ἀγωνία,ἡ φθοροποιὸς καί ἀνηλεὴς δύναμη τοῦ χρόνου,ὅπου τὸ σῶμα χῶμα γίνεται

Γεννήθηκα σὲ ἕνα μικρὸ χωριὸ τῶν Γρεβενῶν,τὸ Νησί, ἀπὸ γονεῖς μικροαγρότες.

Τὰ παιδικὰ μου χρόνια ἦταν δύσκολα καὶ φτωχικά.Ἡ αἴσθηση αὐτὴ τοῦ νὰ μὴν μπορῶ νά ἔχω τά ὑλικὰ ἀγαθά,κυρίως τὴν ἐποχὴ τῆς ἐφηβείας μου,μὲ κατέστησε σχεδὸν ἀδιάφορο στὶς γυμνασιακές μου σπουδές.

Πρόσεχα στὴν παράδοση τῶν μαθημάτων ἀπὸ τοὺς καθηγητές καὶ χωρίς ἄλλη μελέτη,προβιβαζόμουν στὴν ἐπόμενη τάξη.Αὐτὸ νόμιζα μοῦ ἀρκοῦσε,ὄχι κάτι περισσότερο.
Σιωπηλά. Συνέχιζα τὸ "λίγο" μου...

Τελείωσα ἔτσι τὸ γυμνάσιο καὶ μιά σχολὴ λογιστῶν καὶ ἐγκαταστάθηκα στὴ Θεσσαλονίκη

Ἡ ἐνασχόληση μου μέ τὴν λογοτεχνία ἔγινε μέσα ἀπὸ μιάν ἀνάγκη,μιὰ δυσκολία προσωπική, ὅπου ὑπὸ τὸ βάρος αὐτοῦ τοῦ γεγονότος,τῆς δύσκολης διαχείρισης ,τὸ ἀπενενοημένο βῆμα μου,φάνταζε πιθανό.

Γράφω ἀπό τότε,τὸ ποίημα μιᾶς προσωπικῆς ἀνένταχτης διαδρομῆς ,ἐκεῖνο τῆς μοναξιᾶς ,τῆς ὀδύνης καὶ τοῦ πόνου,μπροστὰ στὸ μυστήριο τῆς φθορᾶς,τοῦ θανάτου,τοῦ ἔρωτα,
ὅταν ἡ ἴδια ἡ ζωὴ ὑπερβαίνει σὲ φρίκη σὲ παραλογισμὸ,τὴν τέχνη καὶ τὸ κάνει συχνὰ.

Ἔχω ἐκδώσει 11 ποιητικὲς συλλογὲς

-ἐσκεμμένα,ἐκδ.Μαίανδρος, 1988
-Τὸ φιλὶ τῆς πένθιμης Τροίας,ἐκδ.Μαίανδρος,1990
-Ἦταν κι ἡ νύχτα,ἐκδ.Θεσσαλονίκη,1993
-Φῶς ἐν τέλει,ἐκδ.Νέα Πορεία,1997
-Χωρὶς ἀποσκευὲς,ἐκδ.Νέα Πορεία,1997
-Δύο στροφὲς κόκκινο καὶ μιὰ γραμμή,ἐκδ. Νέα Πορεία,2001
-Παγωμένος Νοέμβρης,ἐκδ.Νέα Πορεία,2004
-Φεγγίτης,ἐκδ.Νέα Πορεία,2006
-Διασάφησις,ἐκδ.Θερμα·ι·κὸς,2010
-Τῶν ἐκλιπόντων παρακείμενος,ἐκδ.Νησίδες,2015
-Εὔλαλη φιλαμαρτήμων ἐρημία,ἐκδ. Νησίδες 2020


              




Επιμέλεια: Σταυρούλα Δεκούλου

Παρασκευή 11 Αυγούστου 2023

Γιάννης Αποστολίδης, Ποίηση





Δεξίλεω

Βλέπω την αγωνία των δυνάμεων της συνοχής
στην έκρηξη των βράχων
όπου τους δυναμίτες βάζει ο Λαφαγίετ,
ο Μάρα, ο Δαντών κι ο Ροβεσπιέρ.
Και προτομές ηρώων και στρατηγών σε πλατείες
να βομβαρδίσουνε τους πυρήνες που περιμένουν,
με τρόμο, την ώρα της εξαφάνισης.
Και τότε, την σφραγίδα την Εβδόμη ν’ ανοίγει
ο φοβερός Άγγελος της Αποκάλυψης
-με τα παράσημα και τα σειρήτια-
κι ο άνθρωπος τρέχοντας απελπισμένος
πέρασμα να μη βρίσκει
ανάμεσο σε Γη και θάλασσα κι ουρανό.
Τότε, βλέποντας οι επιτήδειοι
το δέος των μελλοθανάτων,
σε γλύπτες επιτύμβιους αναθέτουν.

Δεξίλεω,
που με θλιμμένο πρόσωπο το θάνατο σκορπίζεις
στον ικέτη σου που διατάχτηκε να πεθάνει,
στην ανεμίζουσα χλόη, θα ‘θελες καθισμένοι
να μιλήσετε για φυσικά και μεταφυσικά,
ρουφώντας την αλμύρα της θάλασσας
και τον άνεμο τραγουδώντας
στο θρόισμα των φύλλων της λεύκας
γι’ αυτά τέλος πάντων
που κάποτε τα λέγανε άλογα.



       


Η ποίηση του Γιάννη Αποστολίδη συνδυάζει προσόντα που σπάνια συνυπάρχουν. Απλότητα, αγνότητα θα έλεγα κυριαρχούν στην πρώτη εντύπωση που δημιουργεί το ποίημα· συγχρόνως, το διαβάζεις και συνειδητοποιείς ότι χειρίζεται τις πιο δύσκολες καταστάσεις ιστορικές, γεωγραφικές, ακόμη και ψυχολογικές.
Και βέβαια, μια ακόμη αλήθεια φανερώνεται όσο διαβάζεις την πολυπρόσωπη αυτή ποίηση: την γνώση της ιστορίας της γνώσης έως βαθειά στο παρελθόν της, όταν οι άνθρωποι τολμούσαν να διακινδυνεύσουν για να σώσουν ιδέες και ιδανικά, που κυριαρχούσαν μέσα τους.
Μια τέτοια ποίηση ίσως να 'χει και ιαματικές διαστάσεις. (Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)





Ο Γιάννης Αποστολίδης γεννήθηκε στο Κιλκίς από γονείς που κατάγονταν από τα Καστανοχώρια της Καστοριάς. Είχε την τύχη να φοιτήσει σε Δημοτικό σχολείο που είχε μεγάλη βιβλιοθήκη και η ανάγνωση βιβλίων έγινε καθημερινή του συνήθεια. Στο Γυμνάσιο και Λύκειο η συντροφιά με μεγαλύτερους φίλους τού άνοιξε δρόμους στη μελέτη μεγάλων συγγραφέων και ποιητών και σε ακούσματα μουσικά που μαζί με τον εφηβικό έρωτα οδήγησαν το χέρι του να γράφει στίχους, στην αρχή δεκαπεντασύλλαβους, μετά ομοιοκαταληξία και, χωρίς να το επιδιώξει, ελεύθερο στίχο. Τελείωσε το Λύκειο στο Κιλκίς και σπούδασε Μαθηματικά στο Α.Π.Θ. Δούλεψε σε δικά του Φροντιστήρια, στην ιδιωτική εκπαίδευση και τέλος διορίστηκε στο δημόσιο, απ' όπου αποχώρησε το 2012. Ασχολείται με την μεγάλη του αγάπη, την ποίηση. Κυκλοφορούν οι ποιητικές συλλογές του Δεξίλεω και Χρόνια Περισυλλογής



Επιμέλεια: Σταυρούλα Δεκούλου