μέσα απ’ της αράχνης τους ιστούς
τα βάσανα των ανθρώπων να διαβάζεις
για να μαντάρεις τα ξέφτια των αξιών του;
Απ’ της ματιάς κείθε την ανθοβόσκητη κοιλάδα
να θωρείς την ελευθερία των λαών
τη σκιαγμένη, μέσα στων περιστεριών τα σμάρια
κυνηγημένη απ’ τα ομόφτερα γεράκια των καιρών.
Άπαντρος εσύ, με σύντροφο την ερημιά
να δείχνεις τα θυμητικά σημάδια της ζωής
μέσα απ’ των γραφών τη χρησμική δύναμη
και με δικαιοκρίτη ποιητή το μάτι.
Με μια γουλιά απ’ τη ζωοπάροχο κρήνη
ημεροσκοπείς σε τόπους εσπέριους
για να σοδέψεις μελίσταχτους καρπούς
μέσα απ’ το ουρανοδούλευτο θείο βιβλίο.
Πόσα μονοπάτια να ’χει η σκέψη σου
για εικονοποιεί τον θάνατο του καθενός
μπρος απ’ τ’ αναμμένο της προσευχής καντήλι
μέσα απ’ τ’ ανερμήνευτο σημάδι κάποιου ερχομού;
Κι όταν βουρκώνει κι αστράφτει ο ουρανός
μέσα στου Θεού την ομοσύνορη χώρα
τα πεινασμένα να σκέφτεσαι εσύ
εκείνα τα παιδιά που χόρτασαν με το κλάμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου