Ας αρχίσουμε από την λέξη. Η λέξη τέχνη* (θεωρώντας τις λέξεις οχήματα της σκέψης) προφανώς έχει αφετηρία της στην ρίζα τεκ- που εκτός από παρασκευάζω (τέκ-των, τέχνη και άλλα) αλλά και γεννώ (τίκ-κτω, τέκ-νον, τόκ-ος) σημαίνει και επιτυγχάνω (τόξ-ον, τεκ-μήριον, τυχ-είν). Θα λέγαμε ότι ο άνθρωπος που εργάζεται με τα χέρια του λέγεται εργάτης, με τα χέρια και το μυαλό(νόηση) τεχνίτης και, εκείνος που εργάζεται με τα χέρια την νόηση και το συναίσθημα (καρδιά) καλλιτέχνης. Και των τριών η αξία τους ως άνθρωποι είναι η ιδία. Βέβαια κατά μια έννοια ο κάθε άνθρωπος κατά περίπτωση μπορεί να είναι, ή να γίνει, καλλιτέχνης. Εν δυνάμει ο οποιοσδήποτε μέσα του έχει το καλλιτεχνικό στοιχείο άσχετα αν αυτό θα εκδηλωθεί σε μικρό ή μεγάλο βαθμό. Το έργο τέχνης ή τεχνούργημα το οποίο είναι δημιουργημένο με δεξιότητα, φαντασία και συναίσθημα που αποτελούν τις κατ’ εξοχήν δυνάμεις και κατά φύση εκφάνσεις της ψυχής, αποτελεί μνημείο και αποτύπωση της ανθρώπινης έκφρασης.
Πνευματική ηδονή χαρακτήρισε τη τέχνη ο Πλάτων . Ο Αριστοτέλης, θεωρεί ως πηγή του καλού τον ρυθμό τη συμμετρία και την αρμονία (Ποιητική) και απαριθμεί δέκα κατηγορίες αξιολόγησης του αισθητικού αντικειμένου: ουσία, ποσόν, ποιόν, προς τι, που, πότε, κείσθαι, έχειν , ποιείν, πάσχειν. Ο Φρόυντ, υποστήριξε ότι η τέχνη είναι εξευγενισμός της λίμπιντο. Ο Άντλερ επιχείρησε μια άλλη προσέγγιση. Κατ’ αρχάς δέχεται την ύπαρξη καλλιτεχνικού ταλέντου. Θέση του είναι ότι το τάλαντο αυτό διευρύνεται με την άσκηση και την συνεχή προσπάθεια η οποία ωθείται από την τάση προς ανωτερότητα σε αντιδιαστολή του συναισθήματος στέρησης και ψυχικού πόνου. Ο Κάρλ Γιούνγκ υπήρξε ζωγράφος και μάλιστα με την τεχνοτροπία art nouveau.
Ο πίνακας του Ντιέγκο Βελάσκεθ “Οι Δεσποινίδες των τιμών” (Las Meninas, 1656-1657, Πράδο, Μαδρίτη), έχει χαρακτηρισθεί ως “η θεολογία της ζωγραφικής” από το ζωγράφο Λούκα Τζορντάνο (1634-1705) και ως “η φιλοσοφία της τέχνης” από τον Τόμας Λώρενς
Ο Νίτσε ερμήνευσε την τέχνη ως ευλογία και θεοποίηση της ανθρώπινης οντότητας ενώ την έβλεπε ως ξελογιάστρα αλλά και ελιξίριο ζωής. Ο Γ. Σεφέρης έγραψε: «Όταν λέω τέχνη, δεν εννοώ διόλου τη θεωρία που πρέσβευε ‘η τέχνη για την τέχνη’. Η διδασκαλία αυτή, που δε χρησιμεύει πια σε τίποτα, κατάντησε να σημαίνει τη δουλειά ενός ανάπηρου ανθρώπου που φτιάχνει αδειανά κομψοτεχνήματα κλεισμένος μέσα σ’ ένα αποστειρωμένο δωμάτιο. Εννοώ μόνο την πνευματική τάξη που δημιουργεί τα καλά έργα της τέχνης, περασμένα ή σημερινά, εκείνα που νομοθετούν, εκείνα που θα μας διδάξουν. Αν κοιτάξουμε λοιπόν τα συμπεράσματα που βγαίνουν απ’ αυτά τα έργα, θα ιδούμε πως δεν είναι διόλου ξένα από τους αγώνες και τους πόθους της εποχής τους».** Ο Ε. Παπανούτσος, κάνει την εξής διατύπωση και διαπίστωση: «δεν είναι η επιστήμη σκοπός και δικαίωση της επιστήμης, ούτε η τέχνη σκοπός και δικαίωση της τέχνης· και της μιας και της άλλης σκοπός και δικαίωση είναι ο άνθρωπος και το αποτελείωμα, η ευτυχία του.»*** Ο Κ. Τσάτσος θα τονίσει ότι: «Όπου το ωραίο παύει να είναι σκοπός και γίνεται μέσο προς σκοπόν, εκεί παύει να υπάρχει τέχνη». Ο Παύλος Νιρβάνας θα μιλήσει ποιητικά: « Οι καλλιτέχνες δεν ξυπνούν ποτέ. Ζουν πάντα μέσα εις το όνειρο ενώ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ θα υπογραμμίσει: «Στην τέχνη, επιστήμη και φαντασία, δεν είναι ασυμβίβαστοι αντίπαλοι» για να συνεχίσει λέγοντας: «Όλες οι τέχνες υπηρετούν την μεγαλύτερη από τις τέχνες: την Τέχνη να ζεις».
Οι τέχνες, επιχειρώντας ένα «ιχνογράφημα» τους, θα λέγαμε ότι είναι: α) η χειροτεχνία ( οι βάναυσες τέχνες) β) αρκετές από τις εμπειρικές επιστήμες και γ) οι ωραίες ή ελεύθερες τέχνες που περιεκτικά ονομάζονται καλλιτεχνία ή απλώς τέχνη. Η ετερότητα έγκειται στο γεγονός ότι σκοπός της χειροτεχνίας είναι το ωφέλιμο αντίθετα σκοπός και επιδίωξη της καλλιτεχνίας το καλό, το «ωραίον». Τα καλλιστεύματα, τα καλλιτεχνικά έργα, δεν έχουν (ή δεν θα πρέπει να έχουν) μόνο αισθητική**** αξία αλλά και καλλιέργεια του ήθους. Σύμφωνα με τους προγόνους μας η καλλιτεχνική αγωγή αποτελεί ένα από τα πρώτα στάδια της περί ηθικής μορφώσεως.
Ορίσθηκαν, από τα αρχαία χρόνια ακόμη, ως 6 – κυρίως- οι καλές (ωραίες) τέχνες: αρχιτεκτονική, γλυπτική, ζωγραφική, μουσική, ποίηση και όρχηση. Σε άλλους αρχαίους συγγραφείς αναφέρονται στην θέση της όρχησης η μιμητική (δηλαδή η τέχνη της υποκριτικής, της ηθοποιίας και η ρητορική. Η γυμναστική υπό την έννοια της ιππευτικής, της ξιφασκίας και άλλα) βρίσκεται σε μια ενδιάμεση θέση μεταξύ καλών τεχνών και χειροτεχνίας. Η αρχιτεκτονική η οποία αναφέρεται ως η πρώτη των καλών τεχνών, όταν εστιάζεται αποκλειστικά και μόνο στην ικανοποίηση των αναγκών της ανθρώπινης ζωής(του ωφέλιμου δηλαδή) κατατάσσεται ως απλή χειροτεχνία. Όταν όμως επιδιώκει την δημιουργία του ωραίου(και όχι μόνο του ωφέλιμου) τότε ανάγεται σε καλλιτεχνία. Προφανώς είναι η αρχαιότερη και τούτο διότι πρώτη ανάγκη του ανθρώπου ήταν τα του οίκου του και κατόπιν η αγωγή των καλλιτεχνικών: “ primum vivere deinde philosophari” δηλαδή «πρώτα η ζωή και ύστερα η φιλοσοφία». Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η σειρά με την οποία αναφέρονται οι 6 (αναφέρονται και οκτώ) καλές τέχνες δεν έχει σχέση με την αξία της καθεμίας, η οποία είναι και αυθυπόστατη. Εξάλλου η τέχνη είναι μία (όπως και η επιστήμη) με διαφορετικές εκφάνσεις, εκφράσεις. Τα νεότερα χρόνια λεγομένη εβδόμη τέχνη ονομάστηκε ο κινηματογράφος ενώ από αρκετούς, ως (λεγομένη) ογδόη η φωτογραφία, ενάτη τα κόμικς και άλλα.
Ο όρος εβδόμη τέχνη (ο κινηματογράφος δηλαδή) “πλάστηκε” μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο από τον Ιταλό Ριτσιότο Κανούντο (Riccioto Canudo). Ο αισθητικός Λουί Ντελλούκ ίδρυσε (την ίδια περίπου εποχή) σύλλογο με τον τίτλο «Οι φίλοι της Έβδομης Τέχνης» ενώ χαρακτήρισε τον κινηματογράφο τέχνη του αιώνα. Με αρωγή του φίλου του Λεόν Μουσινάκ τέτοιου είδους νέοι σύλλογοι άρχισαν να ιδρύονται ταχύτατα.
Γεγονός προφανώς είναι, άσχετα ή σχετικά με διάφορους εξειδικευμένους ορισμούς, πως η τέχνη αποτελεί μια ανώτερη εκδήλωση του πνεύματος. Έχει την ισχύ και τον τρόπο να εκφράζει τις υψηλότερες των ιδεών με αντιληπτό, αντιλαμβανόμενο από τις αισθήσεις τρόπο. Λέγεται ότι την αποτίμηση ενός έργου τέχνης δεν την ορίζει αποκλειστικά το θέμα του όσο σημαντικό και θεωρηθεί πως είναι, αλλά το αποτέλεσμα, το ίδιο το έργο δηλαδή, το δημιούργημα του καλλιτέχνη. Ο οποίος καλλιτέχνης, ο γνήσιος και ατόφιος, μπορεί να αποδώσει το ωραίο ξεκόβοντας – πολλές φορές- από την πεπατημένη των κανόνων, ρυθμών και κατεστημένων δραττόμενος των οχημάτων της φαντασίας και της ελευθερίας στον στοχασμό αλλά και στην έκφραση απόδοση, ξεπερνώντας ίσως την εποχή του , δίνοντας υπόσταση σε έργα που μιλούν κατευθείαν στην ψυχή χωρίς περιττές και εμβριθείς αναλύσεις.
Σε αρκετές λήψεις συνεντεύξεων καλλιτεχνών, από τον γράφοντα στο παρελθόν, υποβαλλόταν η ίδια ερώτηση: « Τι σας κάνει να δημιουργείται;». Οι απαντήσεις πολλές και ενδιαφέρουσες. Μία όμως εντυπωσίασε: «Δεν ξέρω τι είναι. Ξέρω όμως ότι δεν μπορώ να κάνω αλλιώς»
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* τέχνη(η) {τεχνών}1. η ελεύθερη, δημιουργική έκφραση του ανθρώπου με έργα που διέπονται από αισθητικούς κανόνες. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ «ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ (ΣΕΛ. 1780) ΑΘΗΝΑ 1998.
** (Γιώργος Σεφέρης, Δοκιμές, Τόμος 1ος (1937-1947), εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1984, σελ. 265).
*** (Ε. Παπανούτσος, Πρακτική Φιλοσοφία, σελ. 317-318)
****Ο όρος «Αισθητική» χρησιμοποιείται για πρώτη φορά από τον Μπαουμγκάρτεν, ως ορισμός της επιστήμης που εξετάζει το ωραίο στη φύση και στην τέχνη, στο δίτομο έργο του Aesthetica (1750-1758)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου