Συνηθίζει κανείς καρφωμένος στο χώμα,
να προστατεύει ένα κομμάτι απ’ τον παράδεισο.
Στεκόμενος εκεί σαν κάποιο πρόσχημα
Το είδος του αέρα που ανεμίζει
αυτό το τρύπιο που μου φόρεσαν πουκάμισο
δεν το γνωρίζω, όπως δεν νιώθω στο κορμί
ήλιο, φεγγάρι, ούτε τις στάλες τις βροχής.
Άκαμπτος , όλα εντός μου γίναν άχυρα
κι έτσι ποσώς με ενδιαφέρει αν δεν φοβήθηκαν
όσα πουλιά φέρναν την άνοιξη στα πόδια μου.
Αντέχω μόνο από την αυταπάτη
να μένω εδώ, καρφί μέσα στη γη
σε μία στάση πόνου και συγχώρεσης
με τον κανόνα της ανυπαρξίας
να μην μου αφήνει κάποιο άλλο περιθώριο.
Δεν θα υπάρξει άλλη ανταμοιβή
τ’ αντιλαμβάνομαι με τον άσχημο τρόπο
τώρα που φεύγει η αχλή από την σκέψη μου.
Είμαι στο κέντρο μίας δίνης αστικής
σε ένα δρόμο που δεν μοιάζει με παράδεισο.
Άδεια, σχεδόν σαράντα ετών όλα τα κτήρια
χωρίς κατοίκους και πουλιά να φέρουν άνοιξη.
Μόνο κοράκια, μαύρα να χορταίνουν
με ό,τι είχε μείνει μέσα μου να ζει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου